Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ (ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ)

Συμπληρώνονται αυτές τις μέρες 109 χρόνια από την έναρξη του Μακεδονικού αγώνα που τον γιορτάζουμε συνήθως στις 12 Οκτωβρίου.
Ο Μακεδονικός αγώνας ήταν ένοπλη αντιπαράθεση στις αρχές του 20ου αιώνα που διήρκεσε περίπου 4 χρόνια (1904-1908) και διεξήχθη στη Μακεδονία (τότε μέρος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας) μεταξύ κυρίως Βουλγάρων, Ελλήνων, Σέρβων, Τούρκων, ακόμα και των Ρουμάνων από τη στιγμή που έγινε αντιληπτό πως η σημαντική αυτή επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα ήταν η επόμενη εδαφική απώλεια του «μεγάλου ασθενούς».


 Στη Μακεδονία, όπως άλλωστε και στην υπόλοιπη Οθωμανική αυτοκρατορία, η καλύτερη και πιο γόνιμη γη στα πεδινά ανήκε κυρίως σε Τούρκους μπέηδες. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν αλβανικής καταγωγής και ασκούσαν παράλληλα χρέη φοροεισπράκτορα που αυθαιρετούσαν και χρηματίζονταν ασύστολα, διαθέτοντας και μια ένοπλη τοπική αστυνομία. Ο αγώνας για την ανεξαρτησία της Μακεδονίας είχε αρχίσει συγχρόνως με την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Οι εξεγέρσεις όμως του Εμμανουήλ Παπά στη Χαλκιδική, της Νάουσας με το Ζαφειράκη Θεοδοσίου το 1822 καθώς και η αποτυχημένη επανάσταση του Λιτόχωρου το 1878 είχαν καταπνιγεί από τους Τούρκους. Με την ίδρυση του μικρού Ελληνικού Βασιλείου, μόνιμη επιδίωξη των Ελλήνων ήταν η τύχη των υπόδουλων που ήταν υπό τον Οθωμανικό ζυγό. Όμως για δεκαετίες παρέμενε αποκομμένη από το ελληνικό βασίλειο. Το Ελληνικό κράτος είχε να αντιμετωπίσει μια σειρά από εμπόδια: α)τη γεωγραφική απόσταση β)την αρνητική διπλωματική συγκυρία : οι επαναστατικές κινήσεις των ετών 1839-1840, 1854 και 1866 ναυάγησαν επειδή η Ελληνική πλευρά πίστευε πως θα εκβίαζε την ενσωμάτωση της Μακεδονίας αν την ενέτασσε στις διεθνείς κρίσεις της περιόδου: Τουρκοαιγυπτιακός πόλεμος, Κριμαϊκός πόλεμος, Κρητική Επανάσταση, με σύμμαχο την ομόδοξη Ρωσία. Τα χρόνια πριν την έναρξη του Μακεδονικού αγώνα, ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη η οργάνωση Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ-IMRO) με επίσημο σκοπό το συντονισμό των προσπαθειών των χριστιανικών πληθυσμών της Μακεδονίας για την απελευθέρωσή τους από τον Οθωμανικό ζυγό. Η οργάνωση αναφερόταν γενικά στα δικαιώματα του "Μακεδονικού λαού" χωρίς εθνικές ή δογματικές διακρίσεις, δηλώνοντας "σταθερά ενωτική" και "μαχητικά αντισοβινιστική".
Στην πραγματικότητα ήταν μία Βουλγαρική εθνικιστική οργάνωση με μυστική ατζέντα τον εκβουλγαρισμό της Μακεδονίας και την απόσχισή της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως ενδιάμεσο στάδιο πριν την τελική ένωσή της με τη Βουλγαρία. Η διαδικασία του εκβουλγαρισμού ήταν μεθοδική και είχε προσεκτικά σχεδιαστεί ώστε να κλιμακωθεί σταδιακά, με πρώτο στάδιο τον εξαναγκασμό του συνόλου του ρευστής εθνικής συνείδησης χριστιανικού πληθυσμού να εκκλησιάζεται σε εκκλησίες που θα υπάγονταν στην Εξαρχική Βουλγαρική εκκλησία αντί στις υπάρχουσες, οι οποίες υπάγονταν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Για το σκοπό αυτό ιδρύθηκαν σε όλη τη Μακεδονία πολυάριθμες Εξαρχικές εκκλησίες. Σ' αυτές, ο εκκλησιασμός γίνονταν στη βουλγαρική γλώσσα και τα ονόματα των βαπτιζομένων ήταν βουλγαρικά. Σε δεύτερη φάση το κομιτάτο άρχισε να ιδρύει πολυάριθμα σχολεία στα οποία τα παιδιά θα διδάσκονταν τη βουλγαρική γλώσσα και θα κατηχούνταν πλέον εθνικά. Η δράση του κομιτάτου αρχικά είχε κάποια επιτυχία αλλά σύντομα έγιναν αντιληπτά τα πραγματικά του κίνητρα όταν ένοπλες ομάδες του (κομιτατζήδες) άρχισαν να εκτελούν και να βασανίζουν ιερείς, δασκάλους, τοπικές προσωπικότητες, αλλά και απλούς πολίτες που αρνούνταν το συγκεκαλυμμένο αυτό εκβουλγαρισμό που εντάθηκε κατά τη διάρκεια προετοιμασίας (1902-1903) για την εξέγερση του Ίλιντεν. Αυτό αφύπνισε την κοινή γνώμη στην Ελλάδα. Κατόπιν δραματικών εκκλήσεων του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού, ο οποίος είχε αρχίσει ήδη να οργανώνει τοπικά τμήματα αυτοάμυνας σε Καστοριά και Φλώρινα, ιδρύθηκε στην Αθήνα το Μακεδονικό κομιτάτο υπό τον δημοσιογράφο Δημήτριο Καλαποθάκη. Ενδεικτικό των συνθηκών είναι ότι ίδιος ο Μητροπολίτης είχε αναγκαστεί να περιέρχεται τους ναούς των χωριών της περιφέρειάς του και να εκκλησιάζει με το όπλο του παραπόδα (λόγω των αλλεπάλληλων απειλών κατά της ζωής του), σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να τονώσει το ηθικό των τρομοκρατημένων πιστών. Ακολούθησαν κάποιες αποστολές Ελληνικών ένοπλων σωμάτων (κατά κύριο λόγο Κρητών και Μανιατών εθελοντών) στη Μακεδονία. Η επίσημη εμπλοκή του Ελληνικού κράτους στα Μακεδονικά πράγματα πραγματοποιήθηκε μετά τον Ιανουάριο του 1904, όταν ο οπλαρχηγός Κώστας Χρήστου επικεφαλής αντιπροσωπείας των Κορεστίων συναντήθηκε με το διάδοχο Κωσταντίνο. Αλλά οι εθελοντές και συνεπακόλουθα τα τμήματα πολλαπλασιάστηκαν θεαματικά μετά την πανελλήνια συγκίνηση που προκάλεσε ο θάνατος του Παύλου Μελά το 1904.Ο Παύλος Μελάς Αξιωματικός του ελληνικού στρατού που παραιτήθηκε από την υπηρεσία του και πέρασε παράνομα στη Μακεδονία είχε δημιουργήσει ένα μικρό αντάρτικο σώμα και περιδιάβαινε τα χωριά της Δυτικής Μακεδονίας με σκοπό την ανόρθωση του φρονήματος και την προστασία τους από Τούρκους και Βούλγαρους Κομιτατζήδες. Στο μεταξύ το σώμα του ενισχύεται και με ντόπιους και φθάνει τώρα τα 50 άτομα και έτσι οι χωρικοί νιώθουν πιο ασφαλείς γνωρίζοντας την παρουσία του. Κι ενώ βαδίζει για να συναντηθεί με άλλο σώμα Ελλήνων ανταρτών, για να συναποφασίσουν γενικότερη κατά των βουλγαρικών συμμοριών επίθεση, σταματά στο χωριό Στάτιστα, (ή και Σιάτιστα) για να ξεκουράσει τους άνδρες του. Στις αντιρρήσεις που εκφράζει για αυτή τη στάση τους ο φίλος και υπαρχηγός του Νίκος Πύρζας, επειδή στο χωριό κατά τις πληροφορίες τους υπάρχει τουρκικό στρατιωτικό απόσπασμα, ο Παύλος απαντά: "... Ειναι αμαρτία, τά παιδιά κουρασμένα, βρεγμένα ας μείνωμεν εις το χωριό νά στεγνώσουν ολίγον ...". Αυτή η απόφαση του θα είναι τελικά γι΄αυτόν μοιραία, γιατί οι Τούρκοι ειδοποιημένοι και οδηγημένοι από τον κομιτατζή Μήτρο Βλάχο για την εκεί παρουσία τους, επιτίθενται και κατά τη συμπλοκή ο Παύλος Μελάς τραματίζεται σοβαρά, "... στη μέση με πήρε, παιδιά ...".  Κι ενώ οι άντρες του τρέχουν να τον βοηθήσουν μπαίνει μόνος του στο σπίτι, κάθεται και απευθυνόμενος στο Νίκο Πύρζα του λέει: "... Το σταυρό να τον δώσεις στη γυναίκα μου και το τουφέκι του Μίκη και να τους πεις ότι το καθήκον μου έκαμα ...". Ο θάνατος του νεαρού έλληνα αξιωματικού συγκλόνισε την Ελλάδα. Τα σώματα των εθελοντών αυξήθηκαν και ελληνική κοινή γνώμη αφυπνίστηκε. Υπό τις συνθήκες αυτές πολυάριθμοι κυρίως νεαροί, Έλληνες αξιωματικοί προσφέρθηκαν παραιτούμενοι από τον Ελληνικό στρατό να τεθούν επικεφαλής των ανταρτικών ομάδων και των επαναστατικών σωμάτων για την προστασία του ελληνικού πληθυσμού. Τον αγώνα τους συντόνισαν ο μητροπολίτης Καστοριάς  Γερμανός Καραβαγγέλης, ο Ίων Δραγούμης από το προξενείο της Ελλάδας στο Μοναστήρι, ο Λάμπρος Κορομηλάς από το προξενείο της Θεσσαλονίκης και ο Δημήτριος Καλαποθάκης από την Αθήνα.
Όχι μόνον από την Κρήτη αλλά και από την Μάνη είχε συγκροτηθεί σώμα από μερικές δεκάδες εθελοντές  που ενισχύσανε των αγώνα των ντόπιων Μακεδονομάχων. Ο αγώνας των Μακεδονομάχων κράτησε ως το 1908 οδηγώντας σε αποτυχία τα βουλγαρικά σχέδια για το βίαιο εκβουλγαρισμό της Μακεδονίας. Το τέλος του αγώνα στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία συνδέθηκε με την επικράτηση των νεότουρκων οι οποίοι αρχικά φάνηκαν να καταβάλουν προσπάθειες εκσυχρονισμού και εκδημοκρατισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και συγχρόνως απέτρεψαν με αυστηρότητα το αντάρτικο μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου